Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2012

Για μια Ελλάδα πιο δυνατή απ’ αυτή που μας δόθηκε. Μια Ελλάδα πιο περήφανη απ’ αυτή που βρήκαμε.



Γράφει o Δημήτριος Γκίκας
Υπ. Διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας
Μέλος Εθνικού Μετώπου

Πολλοί από τους πολιτικούς μας ταγούς πιστεύουν ότι η χώρα θα είναι εντάξει κι ότι οφείλουμε να προχωρήσουμε ως συνήθως. Εγώ δεν το πιστεύω αυτό. Τα πράγματα δεν πάνε καλά. Έχουμε τόσα προβλήματα που, πλέον, δε θέλουμε καν να τα αντικρίσουμε. Αναμειγνύονται μέσα στο θόρυβο που μας περιβάλλει και δεν ακούμε πια ούτε τις σκέψεις μας. Κι αυτό δεν είναι το χειρότερο. Το χειρότερο είναι που νιώθουμε πως δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε γι’ αυτά. Κι αυτό είναι τραγικό. Διότι μπορούμε! Ίσως φταίει που δεν ξέρουμε από πού να ξεκινήσουμε. 
Εγώ έχω μια ιδέα πώς μπορούμε να ξεκινήσουμε, ν’ αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα, ν’ αλλάξουμε τα πράγματα.


Από σήμερα πρέπει να σηκώσουμε την ευθύνη που αναλογεί στον καθένα από μας. 
Να ξεκινήσουμε από τον ίδιο μας τον εαυτό, όχι από τους άλλους. 
Να κοιταχτούμε στον καθρέφτη και να ξαναδώσουμε στους ίδιους μας τους εαυτούς την αξιοπρέπεια που μας ταιριάζει. Μιαν αξιοπρέπεια που δεν έχει να κάνει με τα λεφτά, αλλά με το σεβασμό στην καθημερινή μας προσπάθεια. Παλεύουμε, αγωνιζόμαστε, προσπαθούμε να στηρίξουμε τους εαυτούς μας, τους αγαπημένους μας, τα παιδιά μας. Σ’ αυτή λοιπόν την προσπάθεια ας προσθέσουμε και τον αγώνα για την πατρίδα μας, την ευθύνη μας για την τύχη της, την αγωνία μας για το μέλλον της, την αγάπη και το ενδιαφέρον μας για την ύπαρξή της. Τότε θα νιώσουμε να πετάμε. Διότι ξέρουμε πια ότι κάνουμε κάτι πραγματικά αξιόλογο, κάτι μεγάλο και σπουδαίο που ξεπερνά τη δική μας ζωή και ύπαρξη. Αν ένας από μας νιώσει έτσι, κι ύστερα ένας άλλος, και ένας άλλος κι ύστερα τα παιδιά, τότε τα προβλήματα δε θα μοιάζουν αξεπέραστα, τότε θα αρχίσουμε να νοιαζόμαστε για πράγματα που αξίζει τον κόπο.

Έχετε δει τελευταία την έκφραση των παιδιών μας; Λοιπόν, έχω μια εμπειρία σ’ αυτό. Είμαι εκπαιδευτικός και βλέπω γύρω μου παιδικές ευχές, που ξεχάστηκαν καιρό τώρα. Έχει γίνει η ψυχή τους πληγωμένο ζώο, χτυπημένο, λες, από αυτοκίνητο με ξένη σημαία. Μοιάζουν σα να στέκονται έξω, μια κρύα μέρα του χειμώνα που βρέχει. Αλλά βρέχει μονάχα στην ψυχή τους, αυτά όμως τρέχουν να κρυφτούν, αυτά τα παιδιά που πια δεν παίζουν, αλλά αγωνίζονται για ψεύτικες ελπίδες, είναι τόσο μικρά κι όμως χωρούν μέσα στην παιδική τους ψυχή όλες οι κακίες του ανθρώπου, αναστενάζουν από τώρα κουβαλώντας βάρη που δεν είναι δικά τους. Κυλούν οι στάλες της βροχής πάνω τους, σαν καημοί που ποτέ δεν τους πρόφερε κανείς, μα εκείνα κι όλας έχουν μάθει να τους ερμηνεύουν. Τα βλέπω να ζωγραφίζουν κάτι στον τοίχο, μια ελπίδα του που σύντομα θα γίνει άλλο ένα ξεφτισμένο χρώμα στη ζωή τους. Γιατί οι ελπίδες σ’ αυτόν τον τόπο έχουν πεθάνει νωρίς και κανείς δεν νοιάζεται, κανείς δεν διαμαρτύρεται, αφού όλοι βάλαμε το χέρι μας για να σκοτεινιάσει αυτός ο ουρανός από πάνω μας. Πώς να δώσεις ελπίδες με τέτοιο μαύρο ουρανό σ’ ένα παιδί που γεννήθηκε για να γελάει σαν το πρώτο φως της αυγής, μα που το διδάξαμε να κλαίει σαν το πρώτο πρωτοβρόχι; «Η ζωή είναι σκληρή», του λέμε ήδη και ξεριζώνουμε το θαύμα από μέσα του, το φως από το σπλάχνο του. Ό, τι αγγίζει το κάνουμε απαγορευμένο, ό, τι νιώθει το βλαστημάμε, ό, τι ζει το απεχθανόμαστε. Το δικό του ταξίδι στο φως το καταστρέψαμε ήδη, βάζοντάς του εισιτήριο, διόδια και εισπράκτορες. Κι όταν σε ρωτάνε τούτα τα παιδιά, κάνεις πως τα ξέρεις όλα αυτά, για τα οποία σε ρωτάνε. Όμως, κανείς δεν ξέρει τίποτε, ώσπου να έρθει η ώρα. Τούτη η ώρα συνήθως αργεί. Διότι ο άνθρωπος δεν σταματά ποτέ να αμφιβάλλει ακόμη και γι’ αυτά που ξέρει. Αλλά το πιο φοβερό, το πιο δυσβάσταχτο απ’ όλα, είναι να διαπιστώσεις ότι στ’ αλήθεια αυτά που ξέρεις είναι μοναχά σκιές, που χορεύουν μπροστά στα μάτια σου και στριφογυρίζουν σα φαντάσματα μέσα σε υποχθόνια σπηλιά. Σ’ αυτή τη βασανιστική σκοτεινή σπηλιά βρισκόμαστε από παιδιά. Πώς, λοιπόν να διδάξουμε τα παιδιά μας;

Είμαι όμως εκπαιδευτικός κι η μεγαλύτερη ευθύνη μου είναι να διδάξω στα παιδιά, το μέλλον μας, ότι τίποτε δεν έχει χαθεί, ότι δεν είμαστε καταδικασμένοι. Να τους διδάξω όχι την απογοήτευση, αλλά την ελπίδα. Όχι την εξαπάτηση, αλλά την εντιμότητα. Όχι την εύκολη αποφυγή των προβλημάτων, αλλά τη δυνατότητα να βρίσκεις λύσεις σ’ αυτά. Να διδάξω ότι η σκληρή δουλειά είναι αυτή που μπορεί να πραγματοποιήσει τα όνειρά τους, όχι η οκνηρία του «μέσου». Να τους ξακανάνω να πιστέψουν σ’ αυτά τα όνειρα. Να τους διδάξω πώς αυτά τα όνειρα, που θα είναι δικά τους, μπορούν να γίνουν η ελπίδα και το αύριο του τόπου μας, της πατρίδας μας.

Διότι ο τόπος μας, η πατρίδα μας δεν είναι έξω από μας. Είναι μέσα μας. Είμαστε όλοι εμείς. Είναι το ένδοξο χτες, είναι το δύσκολο σήμερα, είναι η λαχτάρα για ένα καλύτερο αύριο.

Η Ελλάδα δεν είναι μόνο όσα γράφω απόψε εδώ. Είναι στο χαμόγελο και στις υποσχέσεις μιας ανοιξιάτικης μέρας. Είναι στη βυζαντινή ψαλμωδία ενός γιορταστικού πρωινού. Είναι στη φιλοξενία, την ευγένεια και τη χαρά ενός κυριακάτικου γεύματος, όταν όλοι συγκεντρωνόμαστε γύρω από το οικογενειακό τραπέζι. Είναι στο περήφανο βλέμμα του παππού που παίρνει το εγγόνι του για μια βόλτα στο πάρκο. Είναι στα χαμογελαστά χείλη της γιαγιάς που αντικρίζει, στα μάτια των εγγονών της, τα δικά της παιδιά σαν ήταν κι αυτά μικρά. Είναι στην έκφραση του μπαμπά που επιστρέφει σπίτι του κατάκοπος μα ευχαριστημένος που έβγαλε και σήμερα ένα τίμιο μεροκάματο. Είναι στην τρυφερή αγκαλιά της μαμάς που κρύβει ολάκερα τα πλούτη της καρδιάς της. Είναι στην ώρα που, περνώντας από τις κεντρικές πλατείες αυτού του τόπου, κάπου θα δούμε να κυματίζει η σημαία μας, περήφανη σαν τα μάτια των ευζώνων που τη φυλάνε, ηρωική σαν την ψυχή όλων αυτών που μάτωσαν για χάρη της, γαλάζια σαν τον ουρανό που μας σκεπάζει, ελεύθερη, σαν εκείνους που την πρωτοξεδίπλωσαν στο φωτεινό ουρανό, φωνάζοντας «Ελευθερία ή θάνατος»!

Λοιπόν, όλα τα παραπάνω είναι τα σπουδαία. Διότι η καθημερινή Ελλάδα που προσπαθεί και αγωνίζεται, η μικρή ελπίδα του καθένα από μας είναι αυτή η σπίθα που θα ανάψει τις μεγάλες λαχτάρες για ένα καλύτερο αύριο, τα μεγάλα οράματα για μια καλύτερη Ελλάδα. Μια Ελλάδα πιο δυνατή απ’ αυτή που μας δόθηκε. Μια Ελλάδα πιο περήφανη απ’ αυτή που βρήκαμε. Αυτό υπήρξε πάντοτε το κέλευσμα των σπουδαίων ανδρών της Ιστορίας μας.

Είναι, μας λένε, δύσκολα όλα αυτά. Ας μου επιτρέψετε να πω: 
Δεν ξέρεις τι μπορείς να καταφέρεις, μέχρι ν’ αποφασίσεις να προσπαθήσεις!





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου