Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2017

Ιστορία της Ισχύος στην Ευρώπη (A history of power in Europe, peoples, markets, states)


Είναι ο τίτλος ενός επετειακού ιστορικού έργου του Wim Blockmans, καθηγητού Μεσαιωνικής και Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Leyden στην Ολλανδία. Η έκδοσή του έγινε με χρηματοδότηση της Fonds Mercator Paribas για την 40η επέτειο της συνθήκης της Ρώμης, προλογιζόμενο από τον τότε πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jacques Santer, και με επίλογο του Marcelino Oreja Aguire, μέλους της τότε Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Η έκδοση έφτασε στα χέρια μου ως δώρο ενός πολύ καλού Βέλγου φίλου μου, του Σέργιου, με τον οποίο,
όποτε είχαμε χρόνο, μοιραζόμαστε την αγάπη μας για την ιστορία (και το ουίσκι).  Με αυτά τα δεδομένα, με το εν λόγω βιβλίο δοσμένο από τα χέρια του Σέργιου αλλά και τις περγαμηνές του συγγραφέα, ως Προέδρου της Επιτροπής Ανθρωπιστικών Σπουδών (Humanities Commitee) του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Επιστημών (European Science Foundation) και μέλους της Βασιλικής Ολλανδικής Ακαδημίας Επιστημών, ανέμενα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον να αναγνώσω το κεφάλαιό του που θα αφορούσε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Δεν ξέρω, αλλά υπεθεσα αυτονόητο ότι ένα βιβλίο με τον βαρύ τίτλο “A History of Power in Europe”, θα αφιέρωνε ένα κεφάλαιο στο Βυζάντιο (τουλάχιστον).


Ελπίδες .... φρούδες. Από τη στιγμή που άνοιξα το βιβλίο ανέτρεξα να βρω το.... εξαφανισμένο. Η λέξη Byzantium σαν λήμμα σε δέκα (10) χωρία της εν λόγω ιστορίας, χωρίς κεφάλαιο και χωρίς τουλάχιστον μια αναφορά της προκοπής, αντίστοιχη με τους τίτλους του συγγραφέα και την ιστορία. Η απογοήτευσή μου ήταν έκδηλη. Πρόκειται για πόνημα ανθρώπων που είτε δεν γνωρίζουν είτε καμώνονται πως δεν γνωρίζουν ιστορία. Για εκείνους που η καρολίγγεια άποψη για την Ευρώπη είναι μοναδική ως θέσφατο. Ήτοι πρώτο, δεύτερο, τρίτο και νυν τέταρτο reich και τελειώσαμε και με τη βούλα της “Βασιλικής Ολλανδικής Ακαδημίας Επιστημών”.  “Ουαί τοις ηττημένοις” σκέφθηκα για το Βυζάντιο  (όχι για τη Γερμανία).

Μετά θυμήθηκα μια από τις παροιμίες μας. “Στο σπίτι του κρεμασμένου, δεν μιλάνε για σκοινί”. Η ιστορική άποψη του ακαδημαϊκού μου θύμησε την επίσκεψή μου στο μουσείο του Βατικανού, στον Άγιο Πέτρο, όπου 1000 και πλέον χρόνια Βυζαντινής ιστορίας εκπροσωπούνται από ένα κωσταντινάτο (τα υπόλοιπα τα έλειωσαν  το 1204 μαζί με τον υπόλοιπο χρυσό που βρήκαν και λεηλάτησαν οι προπάτορες των δυτικών μας “συμμάχων”) και μία κάππα, δώρο του Λέοντα του Σοφού. Μετά το κενό, το τίποτα και η ευχέρεια να λέμε και να κάνουμε ότι μας κατέβει. Και να συγγράφουμε εγχερίδια όπως π.χ. “Τα πρωτόκολλα του καλού κλέφτη-τραπεζίτη”, “How to get away with murder (and genoside?)”, “Τα απομνημονεύματα του Λίμαν φον Σάντερς- πασσά) κ.ο.κ.

Μέσα στο ίδιο πνεύμα κινείται και το ελληνικό κράτος. Οι μοσχαροκεφαλές μπορούν να κάνουν και να λένε ότι θέλουν, στηριζόμενες στην άγνοια που συντηρούν προς όφελός τους οι ίδιες. Το ίδιο συμβαίνει συνέχεια. Τελευταίο παράδειγμα που μας θύμισε δημοσιογράφος της “Le Monde”, η παρομοίωση του Σόϊμπλε με τον Όθωνα. Με τίτλο «Δώστε στους Έλληνες την ελευθερία τους» ο Αρνό Λεπαρμαντιέ κάνει σε άρθρο γνώμης στην εφημερίδα Le Monde αναδρομή στην επιβολή από τις μεγάλες δυνάμεις του βασιλιά Οθωνα το 1832 στον ελληνικό θρόνο αντιπαραβάλλοντας τον Βαυαρό μονάρχη με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. «Ο βασιλιάς επεβλήθη από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις το 1832 μετά τον πόλεμο της ανεξαρτησίας. Ο Όθων ο Α' ήταν ένας Βαυαρός, καθολικός πρίγκιπας, που προσπάθησε να δημιουργήσει ένα σύγχρονο κράτος σε μία χώρα που μόλις είχε βγει από την οθωμανική ηγεμονία»... «Δυστυχώς έχοντας δανεισθεί 60 εκατομμύρια χρυσά φράγκα από τους άγγλο-γάλλο-ρώσους προστάτες, το ελληνικό κράτος φάνηκε ανίκανο να εισπράξει τους φόρους και χρηματοδότησε τις τρέχουσες δαπάνες και τον στρατό της μέσω δανεισμού...», γράφει ο Λεπαρμαντιέ. Επειδή λοιπόν θα πρέπει να θυμηθούμε το τί έγινε τότε παίρνω το θάρρος να αναδημοσιεύσω τμήμα του άρθρου “Σύντομη ιστορική αναδρομή για τη χρεοκοπία στην Ελλάδα από την Αρχαιότητα μέχρι σήμερα” της συναδέλφου Ιωάννας Γεωργούλα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Δικηγορική Επικαιρότητα” (έκδοση του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά) Τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου-Σεπτεμβρίου 2016:

...“Επιχειρώντας να σας μεταφέρω το κλίμα των γεγονότων που διαδραματίσθηκαν καθώς και σε αυτά που βίωσε ο Ελληνικός Λαός εξαιτίας των κατ' ανάγκην επιλογών του {...}παραθέτω από το Βιβλίο του Δημήτρη Φωτιάδη απόσπασμα που αφορά στη λήψη των δανείων απελπισίας και δυστυχίας:

Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ της Δημόσιας Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας Ανδρέας Ανδρεάδης, το βιβλίο του “Ιστορία των Εθνικών Δανείων” που έβγαλε το 1904, το αρχίζει με ετούτο εδώ τον τρόπο:

“C'est une lamentable histoire que celle de la dette hellenique (είναι μια αξιοθρήνητος ιστορία τα χρέη της Ελλάδος). Δια των λέξεων τούτων ήρχετο προ πεντήκοντα επτά ετών, ο Casimir Leconte της μελέτης του Δημοσίου Χρέους της Ελλάδος. Μετά την πάροδον σχεδόν εξ δεκαετηρίδων ο επιχειρών συγγραφήν επί του θέματος δύναται να αναγράψη και αυτός την αυτήν φράσιν.”

Από τότε που τα έλεγε αυτά ο Ανδρεάδης πέρασαν άλλα πενήντα οκτώ χρόνια Κι όμως, κι εμείς τώρα το ίδιο μπορούμε να πούμε, όπως ο Leconte το 1847 κι ο Ανδρεάδης το 1904, πως μαύρη κι άραχλη στέκεται η ιστορία των εθνικών μας δανείων.

Τα δύο πρώτα μας δάνεια γίνηκαν στην Αγγλία. Το ένα το 1824, αξίας 800.000 λιρών που μας δόθηκαν στο 59%- με 59 δηλαδή λίρες έπαιρνες μετοχές για 100: - ξεκαθάρισε όλες κι όλες 348.000 λίρες. Το άλλο των 2.000.000 λιρών του 1825, ήτανε ακόμα πιο τοκογλυφικό, μας δόθηκε στο 55,5% και ξεκαθάρισε 572.000 λίρες. Κι όμως για  τις 920.800 λίρες που κι απ' αυτές κάτι λιγοστές φτάσανε στον τόπο μας, γιατί οι πιότερες φαγώθηκαν από τους ναυπηγούς της Αγγλίας και της Αμερικής και το λόρδο Κόχραν, χρωστούσαμε το 1854 πάνω από.... ΟΚΤΩ εκατομμύρια λίρες!

Όπως είπαμε, η συνθήκη που υπόγραψαν οι τρείς μεγάλες Δυνάμεις κι η αβαρία στο Λονδίνο στις 25-7 του Μάη 1832 προέβλεπε την έκδοση, με την εγγύηση τους, ενός δανείου 60.000.000 φράγκων (σ.σ. σε αυτό αναφέρεται ο Γάλλος δημοσιογράφος της Le Monde) σε τρείς σειρές. Άκου τώρα την ιστορία του, για να δεις πως όχι μονάχα δεν απολαύσαμε καμία προκοπή από αυτό, παρά και μας βούλιαξε οικονομικά και δεν μπορέσαμε από τότες να ανασάνουμε.

Το δάνειο το διαπραγματεύτηκαν οι τρείς μεγάλες Δυνάμεις, μ' εκείνους τους πάμπλουτους τραπεζίτες του Παρισιού, τους Ρότσιλντ. Τ' αγόρασαν οι Ρότσιλντ στο 94% πήρανε και 2% μεσιτεία και μαζί “με άλλα τινά ωφελήματα” βούτηξαν 6.986.013 δραχμές, μ' άλλα λόγια γύρω στις διακόσιες εβδομήντα εφτά χιλιάδες χρυσές λίρες. Από τα είκοσι εκατομμύρια που εγγυήθηκαν οι τρείς μεγάλες Δυνάμεις τελικά εκδόθηκαν τούτα εδώ τα ποσά:



Με εγγύηση της Αγγλίας Φράγκα       19.838.805

Με εγγύηση της Ρωσίας  Φράγκα       19.999.573

Με εγγύηση της Γαλλίας Φράγκα       17.400.662


Σύνολο                         Φράγκα       57.239.040

Τούτο το ποσό ισοδυναμούσε με 63.934.559 δραχμές εκείνου του καιρού.

Αφαιρούμε από αυτές:

Σε Δρχ.

Τα όσα “βούτηξαν” τα φτωχαδάκια οι Ρότσιλντ:                        6.986.013
Τόκους και χρεολύσια που πλήρωνε ως τις 31 Δεκέμβρη 1843
ο πεινασμένος λαός μας:                                                           33.080.795

Σύνολο:                                                                                      40.066.808


Ας δούμε τώρα που τα σπαταλήσαμε:


Σε Δρχ,

Στην... Τουρκία γι' αποζημίωση που την όρισαν οι τρείς μεγάλες Δυνάμεις, δίχως βέβαια να μας ρωτήσουν:                                                       12.531.174
Για Πληρωμή παλαιών χρεών:                                           2.238.559
Για έξοδα της σεβαστής μας αντιβασιλείας:                      1.397.654
Σύνολο:                                                                            16.167.387


Άμα αφαιρέσεις τούτα τα ποσά απ’ όσα πήραμε θα βρεις πως όλες μας μείνανε 7.690.360 δραχμές. Πάλι καλά, ίσως πείς. Μη βιάζεσαι. Κράτα τώρα την ανάσα σου, γιατί φτάσαμε στο μεγάλο έξοδο, στα όσα μας στοίχισε η ευτυχία να’ χουμε γερμανικό στρατό κατοχής.


Ο πρώτος ταχτικός βαβαρικός στρατός που ήρθε μαζί με τον Όθωνα στην Ελλάδα ορίστε τι μας κόστισε:


Για οπλισμό, συντήρηση, μισθούς και έξοδα
μεταφοράς στον ερχομό:                                                            2.746.067

Για συντήρησή του ένα χρόνο στην Ελλάδα:                              1.748.283
Για έξοδα μεταφοράς στην επιστροφή του:                                   217.700

Σύνολο:                                                                                 4.748.050 δρχ.


Έξυπνα ειπώθηκε τότε πως “οι Έλληνες πλερώσανε για να έχουν τους Βαβαρούς και έπειτα ξαναπλέρωσαν για να τους ξεφορτωθούν”. Κι επειδής οι πολιτισμένοι πάντοτε φροντίζουν να συνδυάζουν το καλό με το ωφέλιμο, φρόντισαν καθώς μολόγησε στις 3 του Μάρτη 1860 στη Γερουσία κι αυτός ακόμα ο τελευταίος υπουργός των Στρατιωτικών του Όθωνα, ο Σπυρομήλιος, να μας πασάρουν όλη τη σκαρταδούρα που είχαν. “ Τα πολεμοφόδια και αι αποσκευαί” είπε, που με αυτά εφοδίασαν το στρατό που στείλανε, “συνεκείντο εξ όσων αχρήστων πραγμάτων περιείχον αι αποθήκαι και τα οπλοστάσια του Μονάχου”. Άντε και πετύχαμε την ευκαιρία να ξεφορτωθούμε τη σαβούρα, αποφάσισαν χουβαρντάδικα οι σωτήρες μας. Αυτά για τον τακτικό βαβαρικό στρατό.


Ας εξετάσουμε πόσα μας στοίχισαν κι οι εθελοντές, οι πραιτοριανοί δηλαδή. Εδώ τα πράγματα μπερδεύονται. Ας δούμε πρώτα τι σόι ήταν. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Strong, ανάμεσα στα 1832 και 1835 στρατολογήθηκαν, σαν εθελοντές, 5.410 στρατιώτες κι αξιωματικοί.. 3.345 απ' αυτούς ήταν Βαβαροί, οι 1.440 από διάφορα μικρά γερμανικά κρατίδια κι οι υπόλοιποι 625 από τα κατακάθια τούτων εδώ των τόπων: Ελβετοί 235, Πρώσσοι 186, Αυστιακοί 135, Γάλλοι 23, Δανοί 19, Ρώσσοι 10, Ιταλοί 6, Σουηδοί 3, Άγγλοι 2, Ολλανδοί 1, Ισπανοί 1,Βέλγοι 1, Τούρκοι 3. Αυτοί οι τελευταίοι “εθελοντές” θά τανε, το δίχως άλλο “ακραιφνείς φιλέλληνες”. Και για τούτο ήρθανε κι αυτοί να σώσουν την Ελλάδα από εκείνους τους εγκληματίες, τους ήρωες του Εικοσιένα!


Ας εξετάσουμε τώρα πόσα μας στοίχισαν αυτά τα περιτρίμματα του κόσμου. Ο Ευαγγελίδης και ο Κυριακίδης λένε ότι ξοδεύτηκαν για τα βαβαρέζικα στρατεύματα τακτικά και “εθελοντές”, έντεκα εκατομμύρια φράγκα, κι άλλοι μιλάνε για δεκάξι. Ο Παπαντωνίου γράφει “Τρείς χιλιάδες βαυαρικός στρατός, χρήσιμος μόνον για να μείνουν εξαιτίας του νηστικοί, άνεργοι κι απελπισμένοι οι Έλληνες που πολέμησαν το Εικοσιένα και να ζητούν διέξοδο στη ληστεία οι άνθρωποι του μπαρουτιού που δίκαια περίμεναν, όταν η χώρα έγινε βασίλειο, να σχηματίσουν τον εθνικό της στρατό. Έτσι χώρισαν τον Όθωνα και το λαό του, από το ένα μέρος η καμαρίλα του ανακτορικού γραφείου από το άλλο η βαβαρική στρατιά με τους περιττούς αξιωματικούς, παγώνια που καμάρωναν μέσα σε φανταχτερές στολές. Δεκατέσσερα εκατομμύρια δραχμές ξοδεύτηκαν για να 'ρθη η παράτα, να γίνει μισητή και να φύγη όπως έφυγε.”


Άλλοι πάλι ανεβάζουν τα έξοδα σε δεκάξι εκατομμύρια κι ο Sergeant λέει πως “μονάχα για τον βαβαρικό στρατό ξοδεύτηκαν ανάμεσα στο 1833 και 1835, σύμφωνα με μια δήλωση που έκανε ο υπουργός των Στρατιωτικών Σμάλτς 20.087.978 δραχμές”. Ο αριθμός αυτός ίσως να μην είναι υπερβολικός, γιατί ο Frederic Strong, πρόξενος της Βαβαρίας στην Αθήνα και τραπεζίτης, στο βιβλίο του “Greece as a Kingdom”, που έβγαλε το 1842 κι όπου σ' αυτό δημοσιεύει στατιστικές στηριγμένες πάνω σε επίσημα στοιχεία, γράφει πως τα έξοδα του υπουργείου των Στρατιωτικών ανέβηκαν στα τέσσερα πρώτα χρόνια της βαβαροκρατίας σε 27.500.000 δραχμές. ¨οταν λοιπόν λογαριάσουμε πως το 1835 ο στρατός είχε 8.208 άνδρες και που τα δύο τρίτα απ' αυτούς ήταν Βαβαροί- που καλοπλερώνονταν ενώ οι δικοί μας παίρνανε μισθούς πείνας- τότε θα δούμε πως το ποσό που μνημονεύει ο Sergeant πρέπει να βρίσκεται πολύ κοντά στη πραγματικότητα.


Η ΡΕΜΟΥΛΑ


Και στα ποσά που αναφέραμε δεν είναι μέσα τα όσα πλερώναμε για να έχουμε δυνάστες Γερμανούς συμβούλους, παρασυμβούλους κι αυλικούς. Ίσως όμως κάποιος μου πει:

- Άδικος είσαι σ' αυτό. Είχαμε κέρδος τα φώτα τους. Εμένα μου λες! Τόσα στάθηκαν τα φώτα τους, που ο κοσμάκης εξαγριωνόταν όταν λογάριαζε το μέγεθος της πληρωμής τους και την ασήμαντη φύση της υπηρεσίας τους. Βλέπανε όπως παραδέχεται ο Βαβαρός Νέζερ, “ανθρώπους αχρείους να κατέχουν τα ανώτατα αξιώματα [...] την στιγμή που εβασάνιζε η πτώχεια εκείνους που είχον πολεμήσει υπέρ ελευθερίας”. Μα και ο πατέρας του Όθωνα, ο Λουδοβίκος, σε γράμμα του που έστειλε το Δεκέμβρη του 1833 στον γιό του, ομολογούσε πως “υπέρ της διαχειρίσεως ουδέν εγένετο, διότι η αντιβασιλεία ουδέ εν δένδρον εφύτευσε μέχρι τούδε”. “Τα δάνεια” γράφει ο Μακρυγιάννης, “εμείς δώσαμεν υπόσκεση ότι τα δανειστήκαμεν και η Μπαυαρία τα ρούφηξε με τον Αρμασπέργη και συντροφιά. Εις την Πάτρα τον ζωγράφησαν και το έκαψαν σαν τον Γιούδα για την καλοσύνη πούκαμεν εις τη Ελλάδα. Κι ο Θεός ξέρει τα υστερνά μας. Όμως η καλή μέρα φαίνεται από την αυγή”.


Η χρήσις του δανείου των 60 εκατομμυρίων ήτο ζωηρά εικών, εις τα όμματα των Ελλήνων, σπατάλης ανήκουστου. Βαυαροί διαχειριζόμενοι δημόσια χρήματα έκλεπταν και για να μην καταδιωχθώσι, εξεδιώκωντο κρυφά (σ.σ. Λέγε με ..... Χριστοφοράκο) εις την αλλοδαπή. Εις εξ αυτών ήτο και ο βαυαρός δικαστής Στατομαϊερ, όστις μεταφερθείς υπό συνοδείαν Βαυαρών εις Ναύπλιον και εκεί επιβιβασθείς εις πλοίον ξένης δυνάμεως, ανεχώρησε δια την Τεργέστην, όπως αποφύγη η βασιλεία την εντροπήν της επί κλοπή καταδίκης βαυαρού δικαστού”.


Ο Faudot, στο βιβλίο του “Η αλήθεια πάνω στις υποθέσεις της Ελλάδος” μνημονεύει: “Ο Μπενζαμέν Κωστάν έλεγε από το βήμα της Βουλής σχετικά με το Ελληνικό δάνειο, πως αντί να στέλνουμε τα ποσά στην Ελλάδα, θα ήταν απλούστερο να τα στέλνουμε απευθείας στο Μόναχο, για να μην κάνουν τον μεγάλο αλλόγυρο από το Παρίσι   στην Ελλάδα και από την Ελλάδα στη Βαυαρία. Κι ο Μπενζαμέν Κωστάν γνώριζε καλά το τί έτρεξε. Οι Βαυαροί έχοντας βοηθούς τους ετερόχθονες, δεν άφησαν το παραμικρό ψιχίο από το δάνειο, που θα στεκόταν για τη χώρα ένας τεράστιος πόρος, αν λογαριάσουμε τους εξευτελιστικούς μισθούς και τα μικρά ετήσια έξοδα”


Σωστά λοιπόν λέει ο καθηγητής Ανδρεάδης πως ο τόπος “ουχί μόνον δεν επορίσθη ουδεμίαν πραγματικήν ωφέλειαν εκ δανείου προορισμένου να τω επιστρέψη ν’ αναλάβη οικονομικώς, αλλά εκπληρώσαν τας υποχρεώσεις του μέχρι το 1843 υπεβλήθη εις  θυσίας ουχί μικράς”.


Κόντεψα να ξεχάσω κι ένα ακόμη γουστόζικο κοντύλι: τη βασιλική χορηγία του Όθωνα. Τούτο το σωματικά και πνευματικά καθυστερημένο παιδαρέλι που φέρανε για βασιλιά πήρε τον πρώτο χρόνο που ήρθε, το 1833, 986.801 δραχμές. Και ξέρεις πόσα ήτανε τα έσοδα του κράτους μας εκείνο το χρόνο; Ανέβαιναν σε 7.721.370 δραχμές. Δηλαδή, χρειαζόταν το παιδαρέλι αυτό για να φάει και να πιεί, το ένα όγδοο των κρατικών εσόδων. Μέσα σε τριάντα χρόνια που βασίλεψε, πήρε, μονάχα για βασιλική χορηγία πάνω από ένα εκατομμύριο πενήντα χιλιάδες χρυσές λίρες εκείνης της εποχής, που η πραγματική αξία τους στεκόταν τρείς και τέσσερις φορές μεγαλύτερη απ’ όσο είναι σήμερα. Αυτό λοιπόν και μόνο το ποσό αν είχε ξοδευτεί, στα πρώτα χρόνια που συγκροτηθήκαμε σε κράτος, σ' έργα παραγωγικά, η μοίρα του τόπου μας θα ήταν τώρα διαφορετική.... ”


Αφήνω το άρθρο της συναδέλφου ασχολίαστο προς το παρόν για να βγάλετε τα δικά σας συμπεράσματα. Ελπίζω ο δημοσιογράφος της Le Monde να επεκτείνει την έρευνά του σε σχέση με τη γενναιοδωρία των αγαπητών μας πατροπαράδοτων δυτικών συμμάχων, ιδιαίτερα μετά την δολοφονία Καποδίστρια, και την τύχη του δανείου των 60.000.000 φράγκων. Τουλάχιστον να μην κατηγορούμαστε αδίκως ως failed state.



Τελικά, το βιβλίο-δώρο του Σέργιου έπιασε τόπο. Δεν ήταν απλώς δώρο ήταν μια σαφής προειδοποίηση. Δεν έχω να πω τίποτα άλλο παρά Merci Bien Serge.



Γιάννης Σίμος
Δικηγόρος
Μέλος Εθνικού Συμβουλίου του Εθνικού Μετώπου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου